Σωκράτης προς Σιμμία

–Αλοίμονο, Σιμμία είναι αλήθεια πως πολύ δύσκολα θα έπειθα τους άλλους, πως δεν θεωρώ συμφορά αυτό που τώρα μου έτυχε, όταν ούτε εσάς δεν μπορώ να πείσω, αλλά φοβάσθε μήπως τώρα βρίσκομαι σε πιο δύσκολη θέση από ότι στον προηγούμενο βίο μου. Και όπως φαίνεται, δίνω την εντύπωση πως είμαι κατώτερος από τους κύκνους στην μαντική, οι οποίοι, όταν αισθανθούν ότι πρέπει να πεθάνουν, αν και ελπίζουν πάντα, τότε όμως κελαηδούν υπερβολικά χαρούμενοι, επειδή πρόκειται να μεταναστεύσουν κοντά στον θεό τον οποίον υπηρετούν. Όμως οι άνθρωποι ένεκα του φόβου τους για τον θάνατο και τους κύκνους παρερμηνεύουν και ισχυρίζονται πως κελαηδούν από λύπη, θρηνώντας για τον θάνατο. Και δεν σκέπτονται ότι κανένα πουλί δεν κελαηδάει, όταν πεινά ή κρυώνει ή έχει κάποια άλλη δυσάρεστη διάθεση, ούτε ακόμη κι αυτό το αηδόνι και το χελιδόνι και ο τσαλαπετεινός, που λένε πως κελαηδούν  θρηνητικά από λύπη. Αλλά ούτε αυτά μου φαίνεται πως κελαηδούν, όταν είναι λυπημένα, ούτε οι κύκνοι αλλά επειδή είναι μάντεις-υπηρέτες του Απόλλωνος, προβλέποντας τα καλά του Άδη, κελαηδούν και ευχαριστούνται περισσότερο εκείνη την ημέρα, παρά προηγουμένως.

Εγώ νομίζω πως είμαι θεράπων του ιδίου με τους κύκνους θεού, αφιερωμένος σ’ αυτόν και πως δεν μου δίδαξε την μαντική σε κατώτερο βαθμό από όσο εκείνους, ούτε απαλλάσσομαι από την ζωή με περισσότερη λύπη απ’ αυτούς…(ΠΛ.ΦΑΙΔΩΝ 84e-85c)

Share