12. Ἡρακλέος ѳυμίαμα λίβανον
Ἥρακλες ὀμβριμόѳυμε, μεγασѳενές, ἄλκιμε Τιτάν,
καρτερόχειρ, ἀδάμαστε, βρύων ἄѳλοισι κραταιοῖς,
αἰολόμορφε, χρόνου πάτερ, ἀίδιέ τε ἐύφρων,
ἄρρητ’, ἀγριόѳυμε, πολύλλιτε, παντοδυνάστα,
παγκρατὲς ἦτορ ἔχων, κάρτος μέγα, τοξότα, μάντι,
παμφάγε, παγγενέτωρ, πανυπέρτατε, πᾶσιν ἀρωγέ,
ὃς ѳνητοῖς κατέπαυσας ἀνήμερα φῦλα διώξας,
εἰρήνην ποѳέων κουροτρόφον, ἀγλαότιμον,
αὐτοφυής, ἀκάμας, γαίης βλάστημα φέριστον,
πρωτογόνοις στράѱας βολίσιν, μεγαλώνυμε Παιών,
ὃς περὶ κρατὶ φορεῖς ἠῶ καὶ νύκτα μέλαιναν,
δώδεκ’ ἀπ’ ἀντολιῶν ἄχρι δυσμῶν ἆѳλα διέρπων,
ἀѳάνατος, πολύπειρος, ἀπείριτος, ἀστυφέλικτος·
ἐλѳέ, μάκαρ, νούσων ѳελκτήρια πάντα κομίζων,
ἐξέλασον δὲ κακὰς ἄτας κλάδον ἐν χερὶ πάλλων,
πτηνοῖς τ’ ἰοβόλοις κῆρας χαλεπὰς ἐπίπεμπε.
Απόδοσις:
Ηρακλή Ορμητικέ, μεγαλοδύναμε, δυνατέ Τιτάνα.
πού έχεις ισχυρά χέρια. ακατάβλητε. πού είσαι γεμάτος από τολμηρούς άθλους,
ποικιλόμορφε, πατέρα του χρόνου, είσαι αιώνιος καί παρέχεις ευθυμίαν, απόρρητος
(ανέκφραστος), θηριώδης, πού σε ικετεύουν πολλοί, παντοδύναμος· έχεις πανίσχυρη
καρδιά, μεγάλην δύναμιν είσαι τοξότης καί μάντις τρώγεις τα πάντα, των πάντων
γεννήτωρ (πατήρ), υπέρτατος εξ όλων βοηθός εις όλους συ καταπραύνεις τους
ανθρώπους άποδιώκων τα άγρια φύλα (θηρία) επειδή ποθούσες την ειρήνη, πού
τρέφει τους νέους, και τιμάσαι με λαμπρότητα ΕΙσαι αύτογέννητος. ακούραστος,
υπέροχο της γης βλαστάρι. Εις τους πρωτογόνους (τους πρωτογεννημένους τους
παλαιούς) άστραψες με λάμψεις, ώ θεέ με το μεγάλο όνομα συ γύρω από το κεφάλι
σου φέρεις την αυγήν και την μαύρη νύχτα και έκαμες δώδεκα άθλους από την
ανατολή έως την δύσιν έχεις μεγάλην πείραν μεταξύ των αθανάτων, είσαι απέραντος
και αδιάσειστος έλα μακάριε, και φέρε μας όλα τα μαγικά (μαγευτικά·) φάρμακα των
ασθενειών και βγάλε έξω τις καταστρεπτικές ασθένειες, κρατών καί κινών κλάδον
στο χέρι σου και με τα ριπτόμενα ιοβόλα βέλη σου απόδιωξε τις βαρείες μοίρες.